Συνολικές προβολές σελίδας

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2017

Μαλακία εστί Φιλοσοφία?

Μέγα ερώτημα εγεννήθει
εις την κοινωνία όλη
τόσο, που εθεωρήθει
από  των αρχαιοτάτων χρόνων,
αίνιγμα που δεν ελύθει,
δεν περιέπεσε σε λήθη
και τουτέστιν παραμένει
να το βρει η οικουμένη!

Άραγε τι είναι πρώτο. 
μαλακία η  σοφία?
Ιδού μέγιστη απορία
γιατί και τα δύο θέλουν
να, χυθεί φαιά ουσία
έτσι, λέγουν όσοι ξέρουν
μα, εδώ προκύπτει θέμα
αληθεύει  η μέγα ψέμα?

Πείτε μου αν έχω δίκιο,
λίγοι  αμολούν κοτσάνες
δήθεν ως φιλοσοφίες
και ο χάρος όποιον πάρει?
Για, να πεταχτούνε άλλοι
όλο στόμφο και κακία 
τρίχες , αμπελοσοφίες,
μας χορτάσαν  μαλακίες.

Κι’ αν  πάμε στο προκείμενο
ζιζάνια, μη σπέρνω
σκεφτείτε, εκείνο  τ’ όνομα
το ποιο γνωστό,  επιμένω
που… έσπειρε μύριους συγγενείς,
αυτοί  έτσι νομίζουν
 αλλιώς το ίδιο επίθετο
γιατί, να εκστομίζουν!

Ψάξε με θέρμη, επί γης
δεν είναι δα της πλάκας.
Σπουδαίος φιλοστοχαστής
εκείνος, ο Μαλάκας!
Για αυτό μη πολυσκέφτεσαι
και πέσεις σε… αφασία
εντόπισε το  νόημα,
νιώσε τη γοητεία.

Στο γέρο η μαλάκυνση 
σημαίνει απραξία
κι’  αν  ναι, ποιά είν’ η  αιτία?
Το κουρκούτι το καμένο
η το… άλλο το… πεσμένο
που, η γκόμενα Σοφία
… εν σπουδή σαν ήταν νέος,
το… ξεκλήρισε από… πέος?

Κι’ όσοι γίνανε…μεγάλοι 
γιατί, δεν το λεν ας πούμε
κι’  αν διαφωνούν να δούμε.
Πότε ήταν ποιο ωραία
στη μικρή τους ηλικία
που χτυπούσαν μαλακία,
η στον φιλοσοφικό τους
το στερνό… αυνανισμό τους?

Τελικά στη θεωρεία
η στη πράξη το μαθαίνεις.
Ευεργέτημα είναι Θείο
να χουμε κεφάλια δύο
νιός το,  ένα  να  οπλίζεις 
βόλια με  λευκή ουσία,
γέρος στο άτριχο κρανίο
…φουσκωτή  φιλοσοφία!

Ας ελπίσω ότι είπα
μεταξύ φίλων μη μείνει
του συρμού, σαν κομπολόι
βούκινο παντού να γίνει
κι’ όσους απαιτούνε τύπους,
δεν θα επιρρίψω ευθύνες.
θα τους ευχηθώ από …ήθους,
μαλακοφιλοσοφίες!

Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ᾽ εὐτελείας
καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας». 
Θουκυδίδης

Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2017

ΚΥΒΟΣ: Καρντάσι.

ΚΥΒΟΣ: Καρντάσι.:   Κουπλέ Θα κάνω το τσιγάρο μου προτού να απαντήσω, στα νέα τα συγνώμη σου η θα τα απορρίψω. Δύσκολη η απόφαση κι’ αν πρέπει ν...

Δευτέρα 25 Σεπτεμβρίου 2017

Τα καθέκαστα.

Η κοιλιά μου γουργουρίζει
πως, πεινάει μου θυμίζει
τη καλώ να ησυχάσει,
θ’ έρθει η ώρα να χορτάσει.
Πότε είναι αυτή η ώρα,
με ξαναρωτά με φόρα
δε το βλέπεις, ζάλη έχω
αν δε φάω, δεν αντέχω!
Τη ποτίζω, με νεράκι
μπας και τη ναι καλοπιάσω
ε΄ αφεντικό γκρινιάζει,
με νερό θες να χορτάσω?
Δε διαφωνώ ωστόσο,
είπες κάτι να σου δώσω?
Με τερτίπια, μ’ αγριεύεις
πάψε να με κοροϊδεύεις
στέρεα τροφή ζητάω
σαν του Χότζα να μη πάω,
κείνο τ’ άσιτο γαϊδούρι,
με νερό και κανναβούρι.
Μάλλον, θα σε τιμωρήσω
λέω, να τη φοβερίσω
άμα προτιμάς τη κλάψα
νηστική, θα σ’ αφήσω.
Μα υπομονή, δεν έχει
ούτε καν που, με προσέχει
συνεχίζει αγριεμένη…
Νιώθω,  υποσιτισμένη
κι’ όσο η πείνα μου θεριεύει
εύκολα, δεν ημερεύει?
Σκέφτομαι, αν κι’ έχει δίκιο
να είναι παραπόνεμένη
μήπως έχω, για να ζήσω
να μπορώ να τη ταΐσω
όμως, για να τη καλμάρω
τη φουφού παίρνω κι’ ανάβω
και στη τρύπια κατσαρόλα,
μια παλιά μου, ρίχνω σόλα
λίγο υπομονή τις λέω
ώσπου να βγει η μπριζόλα.
Την ακούω που μουρμουρίζει
μες τα δόντια της και βρίζει,
μ’ άντε να της εξηγήσεις,

τα καθέκαστα της κρίσης!

Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2017

Η λαιμητόμος.

Κουμπί μες τη κουμπότρυπα γιατί, δε πας ευθεία κι’ όλο μου ξεκουμπώνεσαι τόσες φορές στο είπα.
Δε φταίω εγώ η ράφτρα σου μοναδική αιτία κι’ αφού λοξά με έραψε διαρκώς, …χάνω τη τρύπα!
Θαρρώ ότι, σκαρφίζεσαι φτηνές δικαιολογίες  να κρύβεις  τη  …λοξάδα σου, στο… φταίνε κάποιο άλλοι..
Όχι!  Στ΄ ορκίζομαι μαθές,  μ’ αυτές  τις  αστοχίες  χάνει τη τρύπα εύκολα το κούφιο  μου κεφάλι!
Δε ξέρω άμα, δε μπορείς  το ύφασμα να στρώσεις,  προβλέπω το κεφάλι σου να μη μπορείς να σώσεις!
Αφεντικό τι να σου πω, πράμα δικό σου είμαι κι’ άμα, με κόψεις αδειανή η τρύπα σου, θα είναι!
Μωρ’  τι μας λες μας απειλείς,   θαρρείς πως είσαι πρώτο? Τη σχετική κουμπότρυπα, θα κλείσω, με τσιρότο!
Δε λέω όμως σκέψου το αντέχει η καρδιά σου τέτοιο κουμπάκι όμορφο, να κόψει η ψαλιδιά σου?
Αυτό  εσέ, δε  σ’ αφορά μήτε,  θα σε ρωτήσω το τρύπιο το κεφάλι σου, στ’ αζήτητ’ αν αφήσω..
Συγνώμη, παρανόησες απλώς την άποψη μου καθότι  η κουμπότρυπα θέλει την ύπαρξή μου!
Το παραμύθι σου κουμπί,  δε με αγγίζει φτάνει και, η  μοιραία σου στιγμή όπου να είναι φτάνει…
Μαζί σου, δεν αντιδικώ  υπεκφυγές δε  βρίσκω  μα, για το φάλτσο ράψιμο δε έχω κάποιο  δίκιο?
Τώρα ιστορίες μη ζητάς  αυτός είναι ο νόμος  η βρίσκεις τη κουμπότρυπα η πέφτει λαιμητόμος!

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Δε θέλουμε.


Κουπλέ
Δε θέλουμε ημίμετρα,
δε θέλουμε άλλα μέτρα,
με ψέματα χορτάσαμε
φουλάραμε ως τα μπούνια,
γι’ αυτό και τα αντίμετρα
το λέμε νέτα-σκέτα
θέλουμε να ναι δίμετρα
και με ψιλά τακούνια.
Ρεφρέν
Κι’ όσο εσείς το παίζετε
ανθέλληνες τουρίστες
εμείς, με τα ζεϊμπέκικα,
θα αλώνουμε τις πίστες.
Κουπλέ
Δε θέλουμε ατέρμονες
του κώλου συζητήσεις
εκείνα τα πολιτικά
που λεν ήξεις αφίξεις,
γι’ αυτό και επιμένουμε
στις επιμέρους ρήξεις,
με βράδια αξημέρωτα
μπαράκια  και εκπλήξεις.
Ρεφρέν

Κι’ όσο εσείς το παίζετε…

Δευτέρα 22 Μαΐου 2017

ΚΥΒΟΣ: Μάθαμε ν’ ακούμε?

ΚΥΒΟΣ: Μάθαμε ν’ ακούμε?: Μπορεί περίφημα να θεωρείς πως τα λες ωστόσο, ευελπιστείς πως κάποιος, θα σε πιστέψει? Για να το κάνει, θα πρέπει κατ’ αρχή ...

Τετάρτη 3 Μαΐου 2017

ΚΥΒΟΣ: Κοινωνία πολιτισμένη.

ΚΥΒΟΣ: Κοινωνία πολιτισμένη.: Μια κοινωνία είμαστε …πολιτισμένη, στο διαδίκτυο διαρκώς προσκολλημένη, για ένα κλικ που επιβραβεύει το καημό μας, στον έρωτα,...

Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017

Τουρλού μανιφατούρα...


Το αιδοίο γιατί γιόρταζε
είπε να κάνει πάρτι,
στο πέος στέλνει πρόσκληση,
για γλέντι, στο κρεβάτι
εκείνο μόλις το μάθε
όλο χαρά γεμάτο
φόρεσε το σκουφάκι του
καμαρωτό και νάτο.

Στου αιδοίου κοντοστάθηκε
το χαμηλό πορτάκι
καθώς εκείνο άνοιγε,
με νεγκλιζέ … γουνάκι..
Καλώς μου το. Καλώς μου το…
Έλα τι, στέκεις έξω?
Από λαχτάρα ίδρωσα
να μπω μήπως, σε βρέξω?

Μα τώρα, λόγια είν’ αυτά
εσύ κι’ αν είσαι λούτσα
φίλος μου είσαι καρδιακός
μπες και με τα πα…πούτσα!
Τα φουσκωτά δωράκια μου
που να σου τα ακουμπήσω?
Στη κλειτορίδα απαλά
άστα να τη στολίσω.

Το πέος που αναθάρρησε
προχώρησε, σε βάθος
βρήκε αναμμένα τα κεριά
και μουσική, με πάθος
μα πάνω κει, στις μπαλοθιές
του μεθυσιού τη ζάλη
από ψηλά ακούστηκε
φωνή βαριά, μεγάλη.

Εεε, παρακατιανοί
μας έχετε τρελάνει
γλεντήστε το ποιο ήσυχα,
μη βγάζετε φιρμάνι!
Το αιδοίο π’ αφουγκράστηκε
λέει, στο πέος σώπα
τα βογκητόχαχανητά
τι, τα θελες και στο πα.

Γιατί, ποιος ενοχλήθηκε
νωρίς, δεν είναι ακόμα?
Ποιος άλλος ο αθυρόστομος
ο γείτονας, το… στόμα.
Το πέος τότε φώναξε
που ένοιωθε, σε …φόρμα…
Μη ροβολήσω προς τα εκεί
για, θα το κάμω λιώμα!

Όχι, ρεζίλι γίναμε μπορεί
να βγάλει βρώμα
χώρια, «το αιδοίο πρόσθεσε
μέσα, στη ταραχή του»
που είναι δύσκολο
να αρπαχτείς μαζί του
σαν πέσεις, στη γλυκοφωλιά,
θα δεις τη δύναμη του.

Εμένα, όπως φαίνεται
δε, μ’ έμαθες ακόμη,
στη πρώτη τη γυροβολιά
τον έχω κάνει σκόνη.
Προθέσεις έχεις μα, μυαλό
ίσιο, με δυο αράδες,
στα πονηρά τα χείλη του
κρύβει τις συμπληγάδες…

Όπλο που ως σήμερα κανείς,
δεν έχει προσπεράσει
κι’ όσο να φαίνεσαι τραχύς
το σφρίγος σου, θ’ αλλάξει
και τι προτείνεις το λοιπόν
εφ’ όσον συνεχίζει
άπραγοι να καθίσουμε,
για να μας εκνευρίζει?

Δε ξέρω, κάνε ότι θες
παρ’ ό,τι επιμένω
μη απομείνω, στο χορό
μόνο και ξαναμμένο.
Στο λέω, πα να ξηγηθώ
σταράτα και ωραία
κι’ αν χρειαστεί, ξέρω λαβή
το εξήντα εννέα.

Η ώρα όμως πέρναγε
το πέος, δε φαινόταν
το αιδοίο απ΄ τα νεύρα του
διαρκώς, πηγαινοερχόταν
και κάπου, όταν εδέησε
το πέος να γυρίσει
την τόση καθυστέρηση,
του είπε να εξηγήσει.

Τι να σου πω το άμοιρο,
τι να ομολογήσω
τα όσα μου είπες εξ’ αρχής
έπρεπε να ζυγίσω
μαθές, ήτανε τέσσερεις
κι’ η γλώσσα να επιμένει
μου ρούφαγαν τη κεφαλή
βαθιά, για να μη βγαίνει.

Εν’ τέλει, πως το γλύτωσες
το κούφιο σου κεφάλι?
Αμόλησα, σαν τη σουπιά
λίγο, λευκό μελάνι
και με μια γύρα σαματά
μου ρθες σακατεμένο
δίχως ακμή και ανδρισμό
ολότελα πεσμένο?

Θα σου τα κάνω ποιο λιανά
και μη κακοκαρδίσεις,
κι’ ελπίζω στη συνέχεια,
να με δικαιολογήσεις.
Μπα! Απαιτείς συγχώρεση
για το δικό σου ρίσκο?
Ναι γιατί μου βάλε φωνές
κι’ ο γείτονας σου ο πίσω!

Ξηγήσου, κατά που το πας
μήπως, σε καταλάβω.
Τις βλάβες που του κάναμε,
έτρεξα να προλάβω.
Ποιες βλάβες, κάντα μου λιανά
μολόγα, έτσι κι’ έτσι…
Ότι, κατεβήκανε υγρά
κι’ η στέγη του, θα πέσει…

Οπότε, μια υπέρβαση
έκανα, με ρεσάλτο
πετάχτηκα μέχρις εκεί
μα έπεσα, σε βάλτο
αληθινά, τέτοια ζημιά
πως να τη διορθώσει
καθώς, δεν είχε χρήματα
μάστορα να πληρώσει…

Στην αγωνία του κι’ εγώ
του είπα, θα σε σώσω
το τρυπημένο λούκι σου
ευθύς, θα το βουλώσω
παραπανήσια ήτανε
ξέρω η αβαρία
μα, σκέφτηκα ας τελειώνουμε,
μ’ αυτή τη φασαρία…

Κι’ έτσι, με ένα πεταχτό
περίσσιο που είχα μίγμα,
σε λίγα δευτερόλεπτα
του έκλεισα το ρήγμα.
Κακόμοιρο αν ορκίστηκες,
στη τριχωτή σου φράντζα
πότε να κάνεις το νταή
πότε τη μαστοράντζα…

Τι, να σε κάνω τώρα εγώ,
που σαι, σα μινιατούρα
στυμμένη λεμονόκουπα,
καχεκτική φιγούρα.
Έλα μου, μην ανησυχείς,
θα βαρβατέψω πάλι
λίγες στιγμές υπομονής,
ως να μου φύγει η ζάλη.

Δε σφάξανε να καρτερώ
πότε, θα ορθοποδήσεις
αφού εσύ τους γείτονες,
πήγες να ευχαριστήσεις
και σου δηλώνω, στο εξής
κομμένη η φιλία
αν θες, με πίσω κολλητή
να ζεις, υποκρισία.

Του πέταξε κατάμουτρα…
Και τα πλισέ μπαλόνια
πάρτα και δίνε του από δω
σβήνοντας τα λαμπιόνια
απ’ τη γιορτή που τελείωσε,
άδοξα τάκα, τάκα
και με υπονοούμενο,
μία πρόσφορη ατάκα…

Άσπρα μούρα, μαύρα μούρα
και τουρλού, μανιφατούρα! 

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2017

Τουρλού μανιφατούρα


Το  αιδοίο γιατί γιόρταζε
είπε να κάνει πάρτι,
στο πέος στέλνει πρόσκληση,
για γλέντι, στο κρεβάτι
εκείνο μόλις το μάθε
όλο χαρά γεμάτο
φόρεσε το σκουφάκι του
καμαρωτό και νάτο.

Στου αιδοίου κοντοστάθηκε
το χαμηλό πορτάκι
καθώς εκείνο άνοιγε,
με νεγκλιζέ  … γουνάκι..
Καλώς μου το. Καλώς  μου το… 
Έλα τι, στέκεις έξω?
Από λαχτάρα ίδρωσα
να μπω μήπως, σε βρέξω?

Μα τώρα, λόγια είν’ αυτά
 εσύ κι’ αν είσαι λούτσα
φίλος μου είσαι καρδιακός 
μπες και με τα πα…πούτσα!
Τα φουσκωτά δωράκια μου 
που να σου τα ακουμπήσω?
Στη κλειτορίδα απαλά
άστα να τη στολίσω.

Το πέος που αναθάρρησε 
προχώρησε, σε βάθος
βρήκε αναμμένα τα κεριά
και μουσική, με πάθος
μα πάνω κει, στις μπαλοθιές 
του μεθυσιού τη ζάλη
  από ψηλά ακούστηκε
  φωνή βαριά, μεγάλη.

Εεε, παρακατιανοί 
μας έχετε τρελάνει
γλεντήστε το ποιο ήσυχα,
μη βγάζετε φιρμάνι!
Το αιδοίο π’ αφουγκράστηκε 
λέει, στο πέος σώπα
τα βογκητόχαχανητά
τι, τα θελες και στο πα.

Γιατί, ποιος ενοχλήθηκε
νωρίς, δεν είναι ακόμα?
Ποιος άλλος ο αθυρόστομος
  ο γείτονας, το… στόμα.
Το πέος τότε φώναξε 
που ένοιωθε, σε …φόρμα…
Μη ροβολήσω προς τα εκεί
 για, θα το κάμω λιώμα!

Όχι, ρεζίλι γίναμε μπορεί
να βγάλει βρώμα
χώρια, «το αιδοίο πρόσθεσε
μέσα, στη ταραχή του»
που είναι δύσκολο
να αρπαχτείς μαζί του
σαν πέσεις, στη γλυκοφωλιά,
θα δεις τη δύναμη του.

Εμένα, όπως φαίνεται
 δε, μ’ έμαθες ακόμη,
στη πρώτη τη γυροβολιά
τον έχω κάνει σκόνη.
Προθέσεις έχεις μα, μυαλό
ίσιο, με δυο αράδες,
στα πονηρά τα χείλη του
κρύβει τις συμπληγάδες…

Όπλο που ως σήμερα κανείς,
δεν έχει προσπεράσει
κι’ όσο να φαίνεσαι τραχύς
το σφρίγος σου, θ’ αλλάξει
και τι προτείνεις το λοιπόν
εφ’ όσον συνεχίζει
άπραγοι να καθίσουμε,
για να μας εκνευρίζει?

Δε ξέρω, κάνε ότι θες
παρ’ ό,τι επιμένω
μη απομείνω, στο χορό
μόνο και ξαναμμένο.
Στο λέω, πα να ξηγηθώ
σταράτα και ωραία
κι’ αν χρειαστεί, ξέρω λαβή
το εξήντα εννέα.

Η ώρα όμως πέρναγε
το πέος, δε φαινόταν
το αιδοίο απ΄ τα νεύρα του
διαρκώς, πηγαινοερχόταν
και κάπου, όταν εδέησε
το πέος να γυρίσει
την τόση καθυστέρηση,
του είπε να εξηγήσει.

Τι να σου πω το άμοιρο,
τι να ομολογήσω
τα όσα μου είπες εξ’ αρχής
έπρεπε να ζυγίσω
μαθές, ήτανε τέσσερεις
κι’ η γλώσσα να επιμένει
μου ρούφαγαν τη κεφαλή
βαθιά, για να μη βγαίνει.

            Εν’ τέλει, πως το γλύτωσες
το κούφιο σου κεφάλι?
Αμόλησα, σαν τη σουπιά
λίγο, λευκό μελάνι
και με μια γύρα σαματά
μου ρθες σακατεμένο
δίχως ακμή και ανδρισμό
ολότελα πεσμένο?

Θα σου τα κάνω ποιο λιανά
και μη κακοκαρδίσεις,
κι’ ελπίζω στη συνέχεια,
να με δικαιολογήσεις.
Μπα! Απαιτείς συγχώρεση
 για το δικό σου ρίσκο?
Ναι γιατί μου βάλε φωνές
κι’ ο γείτονας σου ο πίσω!

Ξηγήσου, κατά που το πας
μήπως, σε καταλάβω.
Τις βλάβες που του κάναμε,
έτρεξα να προλάβω.
Ποιες βλάβες, κάντα μου λιανά
μολόγα, έτσι κι’ έτσι…
Ότι, κατεβήκανε υγρά
κι’ η στέγη του, θα πέσει…

Οπότε, μια υπέρβαση
έκανα, με ρεσάλτο
πετάχτηκα μέχρις εκεί
μα έπεσα, σε βάλτο
αληθινά, τέτοια ζημιά
πως να τη διορθώσει
καθώς, δεν είχε χρήματα
 μάστορα να πληρώσει…

Στην αγωνία του κι’ εγώ
του είπα, θα σε σώσω
το τρυπημένο λούκι σου
 ευθύς, θα το βουλώσω
παραπανήσια ήτανε
ξέρω η αβαρία
μα, σκέφτηκα ας τελειώνουμε,
μ’ αυτή τη φασαρία…

Κι’ έτσι, με ένα πεταχτό
περίσσιο που είχα μίγμα,
σε λίγα δευτερόλεπτα
του έκλεισα το ρήγμα.
Κακόμοιρο αν ορκίστηκες,
στη τριχωτή σου φράντζα
πότε να κάνεις το νταή
πότε τη μαστοράντζα…

Τι, να σε κάνω τώρα εγώ,
που σαι, σα μινιατούρα
στυμμένη λεμονόκουπα,
καχεκτική φιγούρα.
Έλα μου, μην ανησυχείς,
θα βαρβατέψω πάλι
λίγες στιγμές υπομονής,
ως να μου φύγει η ζάλη.

Δε σφάξανε να καρτερώ
πότε, θα ορθοποδήσεις
αφού εσύ τους γείτονες,
πήγες να ευχαριστήσεις
και σου δηλώνω, στο εξής
κομμένη η φιλία
αν θες, με πίσω κολλητή
να ζεις, υποκρισία.

Του πέταξε κατάμουτρα…
Και τα πλισέ μπαλόνια
πάρτα και δίνε του από δω
σβήνοντας τα λαμπιόνια
απ’ τη γιορτή που τελείωσε,
άδοξα τάκα, τάκα
και με υπονοούμενο,
μία πρόσφορη ατάκα…

Άσπρα μούρα, μαύρα μούρα

και τουρλού, μανιφατούρα!

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

Αυθεντικό!

Στο πρώτο ραντεβού: Μια νεαρά που οδηγεί το αυτοκίνητο της, σε μια δύσκολη στροφή λέει, με καμάρι, στο συνοδό της:
Βλέπεις πόσο εύκολα πήρα τη στροφή μήπως, ξέρεις γιατί?
 Όχι! Απαντά ανυποψίαστος εκείνος.
Διότι το αμάξι μου έχει υδραυλικό τιμόνι τι, έχεις να πεις?
Ο συνοδηγός συναινεί, με ένα μυστηριώδες μειδίαμα.
Στο δεύτερο ραντεβού: Ο νεαρός που οδηγεί το δικό του αυτοκίνητο κάνει επικίνδυνα ζικ - ζακ και τρέχει, σαν ραλίστας όποτε κάποια στιγμή, ρωτά τη παγωμένη συνοδό του.
Βλέπεις συμπεριφορά και σταθερότητα που έχει το αυτοκίνητο μου μήπως, ξέρεις γιατί?
Όχι! Αποκρίνεται μουδιασμένη.
Γιατί έχει υδραυλικό στο τιμόνι….

Ο νεαρός ήταν υδραυλικός!

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

ΚΥΒΟΣ: Τάλε -κουάλε.

ΚΥΒΟΣ: Τάλε -κουάλε.: Τριακόσιες τόσες μέρες, που είμασταν παρέα κλαίγαμε, στα άσχημα γελούσαμε, στα ωραία πες μου, πως τις ξέχασες κι’ ένα κρύο βράδυ...

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Πωλήσεις - Ενοικιάσεις.


Αλόγιστες έως τρελές.

Ενοικιάζονται:      Άγχος μετά νευρικού κλονισμού!
Απόγνωση, με σοβαρές  προϋποθέσεις    αυτοκτονίας!
Ελληνικά ημερομίσθια, με ελπιδοφόρα προοπτική!
Δακρυσμένη απογοήτευση, με δωδεκάδα ανεκπλήρωτα όνειρα!
Γενική κατακραυγή, με σπασμένα κομμάτια μάρμαρου προς  εκτόνωση!
Πωλούνται:   Ιμιτασιόν διάθεση, για κλάματα!
Ανοιχτές παλάμες, για κάθε χρήση!
Μπόλικη οργή, με επένδυση αγανάκτησης και  θυμού!
Κεντρικό σύστημα πολιτικής κατάρρευσης, με σκουριασμένη άγνοια!

Για ότι σας ενδιαφέρει έχουμε τη λύση απευθυνθείτε, στο κεντρικό μας κατάστημα αγίου Πέτρου και αναπαύσεως γωνία

οι προσφορές, θα συνεχίζονται, μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων υπομονής!